Μανία με τους πομπώδεις τίτλους!
Έχει ξεκινήσει ένας πόλεμος στο φόρουμ - δε λέω σε ποιο, αυτονόητο - και δεν έχω καταλάβει το γιατί. Δηλαδή, καταλαβαίνω αλλά είναι αυτό το παράλογο του παραλογισμού και η έλλειψη λογικής που κάνει τα μάτια μου να φέρνουν σβούρες μέσα στο κεφάλι μου από την απορία και μόνο. Γιατί παίρνουμε τόσο στα σοβαρά τον εαυτό μας; Γιατί μόνο αυτό έχουμε, μάλλον.
Διαβάζω δοκίμια για την αυτοβιογραφία - για τη σχολή μου - κι αναρωτιέμαι. Γιατί τόση ανάγκη για αυτοπροβολή; Είναι ελάχιστοι οι συγγραφείς - δε θα πιάσω τους υπόλοιπους, βαριέμαι - που δεν έχουν γράψει ή δεν πρόκειται να γράψουν την αυτοβιογραφία τους. Κι είναι επίσης ελάχιστοι οι νέοι συγγραφείς, και κάποιοι "εξελιγμένοι" παλαιότεροι, που δεν έχουν προσωπικό blog ή ιστοσελίδα.
Κι εγώ προφανώς. Γράφουμε, αρχικά, γιατί δε γίνεται να μη γράψουμε, δε γίνεται να κρατήσουμε μέσα μας όλες αυτές τις σκέψεις. Το έρμο κεφαλάκι θα εκραγεί μια ώρα. Στη συνέχεια όμως αλλάζουν τα κίνητρά μας. Γράφουμε με μιαν ελπίδα, να διαβαστούμε, να γίνουμε γνωστοί, ν' αφήσουμε το στίγμα μας στον κόσμο, να κάνουμε τη διαφορά.
Και τι απογοήτευση, αλήθεια, όταν ανακαλύπτεις ότι όχι μόνο δεν κάνεις τη διαφορά αλλά κι αν σταματήσεις να γράφεις δε θα γίνει και τίποτα το τραγικό. Στον έξω κόσμο, σε σένα μέσα σου θα γίνει. Πέρα από πέντε-δέκα άτομα, το πολύ, που τους αρέσει το γράψιμό σου ή που απλά τους αρέσεις εσύ, δε θα στενοχωρηθεί κανείς. Κανείς δε θα νοιώσει αυτό το κενό που άφησες πίσω σου, πολύ απλά γιατί το κενό θα καλυφθεί αμέσως, απ' τον επόμενο και μεθεπόμενο. Ή από τον προηγούμενο, δεν παίζει ρόλο.
Γιατί συνεχίζεις λοιπόν; Γιατί όταν ήσουν μικρή/ός οι γονείς σου είπαν ότι έχεις ταλέντο. Γιατί στο δημοτικό ο δάσκαλός σου είπε ότι θα πας μπροστά. Γιατί στο πανεπιστήμιο μια καθηγήτρια είπε περιμένω να πιάσω στα χέρια μου το βιβλίο σου. Γιατί κάποιοι συγγραφείς είπαν νεολογίστικα το 'χεις. Κι εσύ σαν μαλάκας τους ακούς, και πιστεύεις, και ελπίζεις, κι ονειρεύεσαι, μέχρις ότου γεράσεις και δεν έχεις κάτι άλλο να περιμένεις. Τα χαρτιά στοιβάζονται δίπλα απ' το γραφείο σου, το laptop πιάνει σκόνη σε μια γωνιά, αράχνες και κατσαρίδες κατακλύζουν τις ατέλειωτες ιστορίες σου. Ανολοκλήρωτες, μισές, κενές. Χαρακτήρες που έπλασες κι έπειτα παράτησες, γιατί βαρέθηκες, κουράστηκες. Και μήπως τι φταίνε αυτοί που έπεσαν σ' έναν οκνηρό συγγραφέα; Τι φταίνε που εσύ δεν έχεις το σθένος να συνεχίσεις; Γιατί να μείνουν για πάντα στην αφάνεια;
Έτσι το διάλεξες. Έχεις κουράγιο να αλλάξεις το μέλλον;
Έχει ξεκινήσει ένας πόλεμος στο φόρουμ - δε λέω σε ποιο, αυτονόητο - και δεν έχω καταλάβει το γιατί. Δηλαδή, καταλαβαίνω αλλά είναι αυτό το παράλογο του παραλογισμού και η έλλειψη λογικής που κάνει τα μάτια μου να φέρνουν σβούρες μέσα στο κεφάλι μου από την απορία και μόνο. Γιατί παίρνουμε τόσο στα σοβαρά τον εαυτό μας; Γιατί μόνο αυτό έχουμε, μάλλον.
Διαβάζω δοκίμια για την αυτοβιογραφία - για τη σχολή μου - κι αναρωτιέμαι. Γιατί τόση ανάγκη για αυτοπροβολή; Είναι ελάχιστοι οι συγγραφείς - δε θα πιάσω τους υπόλοιπους, βαριέμαι - που δεν έχουν γράψει ή δεν πρόκειται να γράψουν την αυτοβιογραφία τους. Κι είναι επίσης ελάχιστοι οι νέοι συγγραφείς, και κάποιοι "εξελιγμένοι" παλαιότεροι, που δεν έχουν προσωπικό blog ή ιστοσελίδα.
Κι εγώ προφανώς. Γράφουμε, αρχικά, γιατί δε γίνεται να μη γράψουμε, δε γίνεται να κρατήσουμε μέσα μας όλες αυτές τις σκέψεις. Το έρμο κεφαλάκι θα εκραγεί μια ώρα. Στη συνέχεια όμως αλλάζουν τα κίνητρά μας. Γράφουμε με μιαν ελπίδα, να διαβαστούμε, να γίνουμε γνωστοί, ν' αφήσουμε το στίγμα μας στον κόσμο, να κάνουμε τη διαφορά.
Και τι απογοήτευση, αλήθεια, όταν ανακαλύπτεις ότι όχι μόνο δεν κάνεις τη διαφορά αλλά κι αν σταματήσεις να γράφεις δε θα γίνει και τίποτα το τραγικό. Στον έξω κόσμο, σε σένα μέσα σου θα γίνει. Πέρα από πέντε-δέκα άτομα, το πολύ, που τους αρέσει το γράψιμό σου ή που απλά τους αρέσεις εσύ, δε θα στενοχωρηθεί κανείς. Κανείς δε θα νοιώσει αυτό το κενό που άφησες πίσω σου, πολύ απλά γιατί το κενό θα καλυφθεί αμέσως, απ' τον επόμενο και μεθεπόμενο. Ή από τον προηγούμενο, δεν παίζει ρόλο.
Γιατί συνεχίζεις λοιπόν; Γιατί όταν ήσουν μικρή/ός οι γονείς σου είπαν ότι έχεις ταλέντο. Γιατί στο δημοτικό ο δάσκαλός σου είπε ότι θα πας μπροστά. Γιατί στο πανεπιστήμιο μια καθηγήτρια είπε περιμένω να πιάσω στα χέρια μου το βιβλίο σου. Γιατί κάποιοι συγγραφείς είπαν νεολογίστικα το 'χεις. Κι εσύ σαν μαλάκας τους ακούς, και πιστεύεις, και ελπίζεις, κι ονειρεύεσαι, μέχρις ότου γεράσεις και δεν έχεις κάτι άλλο να περιμένεις. Τα χαρτιά στοιβάζονται δίπλα απ' το γραφείο σου, το laptop πιάνει σκόνη σε μια γωνιά, αράχνες και κατσαρίδες κατακλύζουν τις ατέλειωτες ιστορίες σου. Ανολοκλήρωτες, μισές, κενές. Χαρακτήρες που έπλασες κι έπειτα παράτησες, γιατί βαρέθηκες, κουράστηκες. Και μήπως τι φταίνε αυτοί που έπεσαν σ' έναν οκνηρό συγγραφέα; Τι φταίνε που εσύ δεν έχεις το σθένος να συνεχίσεις; Γιατί να μείνουν για πάντα στην αφάνεια;
Έτσι το διάλεξες. Έχεις κουράγιο να αλλάξεις το μέλλον;